Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Το Ολοκαύτωμα του Κερασόβου



Το Ολοκαύτωμα του Κερασόβου
Το μνημείο των πεσόντων στις 15 Αυγούστου 1944 στο Κεράσοβο Πωγωνίου
Το Κεράσοβο Πωγωνίου είναι ένα μικρό χωριό στα βορειοδυτικά του Νομού Ιωαννίνων, σε απόσταση περίπου πενήντα πέντε χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα και είκοσι από το ιστορικό Καλπάκι, έδρα πλέον του νέου Δήμου Πωγωνίου. Είναι χτισμένο σε μια πανοραμική και επικλινή τοποθεσία στις βορειοδυτικές πλαγιές της οροσειράς του Κασιδιάρη, κάτω από την κορυφή του Προφήτης Ηλίας Κερασόβου. Απέναντί του δεσπόζουν οι υπώρειες της Μουργκάνας (όρη Τσαμαντά), οι οποίες συνεχίζονται στο αλβανικό έδαφος. Μαζί με τα χωριά Περιστέρι (Μέγγουλη), Στρατίνιστα, Ψηλόκαστρο (Κολοδαί), Δημόκορη, Λάβδανη, Κάτω Λάβδανη, Βραστοβά, Αγ. Μαρίνα, Καστανή (Καστάνιανη), Χαραυγή (Βάλτιστα), Κτίσματα (Αρίνιστα) συναποτελούν τη γεωγραφική και ιστορική ενότητα της Λάκκας Πωγωνίου ή Λάκκας του Μουχτάρ- Πασά. Δεν ήταν ποτέ μεγάλο ή πλούσιο χωριό και κύριες πηγές βιοπορισμού των κατοίκων του ήταν η γεωργία, η κτηνοτροφία και κυρίως, τα τελευταία χρόνια, τα εμβάσματα των εσωτερικών και εξωτερικών μεταναστών. Ο πληθυσμός του κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν υπερέβαινε τους διακόσιους πενήντα κατοίκους, ενώ σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι το χειμώνα δεν ξεπερνούν τους δέκα, όλοι τους σχεδόν υπερήλικες.

      Στις 15 Αυγούστου 1944, ανήμερα της θρησκευτικής εορτής της Παναγίας, τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής κύκλωσαν και καταστρέψανε ολοσχερώς το χωριό αυτό. Τις ίδιες περίπου μέρες έκαψαν πλήρως ή μερικώς και άλλα χωριά της Λάκας Πωγωνίου. Στο Κεράσοβο όμως χάθηκαν είτε από τους κατακτητές είτε από τις κακουχίες συνολικά είκοσι οχτώ άνθρωποι, έντεκα από τους οποίους εκτέλεσαν ομαδικά τα κατοχικά στρατεύματα έξω από μια σπηλιά, γνωστή ως τότε με το όνομα «χτικιαρότρυπα», αφού εκεί αφήνονταν να πεθάνουν όσοι υπέφεραν στα παλιά τα χρόνια από τη φυματίωση («χτικιό»). Πρόκειται για μεγάλη απώλεια, αν σκεφτούμε ότι αναφερόμαστε ένα μικρό χωριό, με πενήντα περίπου σπίτια και όχι πάνω από διακόσιους πενήντα μόνιμους κατοίκους εκείνη την εποχή. Με το ακόλουθο κείμενο, προϊόν πολυετούς έρευνας σε αρχεία και μαρτυρίες, δεν  επιθυμούμε να φωτίσουμε ορισμένες όλες τις πλευρές των δραματικών εκείνων γεγονότων, δουλειά μάλλον εξειδικευμένων ιστορικών, αλλά να δώσουμε κάποια στοιχεία για το τι όντως συνέβη, τα οποία να αποτελέσουν αφορμή για περεταίρω έρευνα.

      Σύμφωνα με τις πηγές η Ήπειρος συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση κατά των εισβολέων από τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μέχρι την ημέρα που ο τελευταίος Γερμανός στρατιώτης εγκατέλειψε τα αιματοβαμμένα χώματά της (22 Οκτωβρίου 1944). Σε όλη τη διάρκεια του 1944 στην Ήπειρο υπήρξαν κάπου 12.000- 15.000 μόνιμοι αντάρτες (Ε.Λ.Α.Σ.- Ε. Ο. Ε. Α.). Ο αριθμός αυτός είναι εντυπωσιακός, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με αριθμούς άλλων, κατά πολύ πλουσιότερων περιοχών. Η επαρχία Πωγωνίου εντάχθηκε σχεδόν καθολικά στις αντιστασιακές οργανώσεις του Ε.Α.Μ. γιατί σχετικό προσανατολισμό είχαν οι πρωτοπόρες αντάρτικες ομάδες που εμφανίστηκαν εδώ, αυτές του δασκάλου και έφεδρου υπολοχαγού Κωνσταντίνου Ι. Ράπτη- Νεμέρτσικα (άνοιξη του 1942) και του Νικόλαου Έξαρχου- Πάκου (23- 24 Ιουνίου 1942). Την εποχή που εξετάζουμε, δηλαδή το καλοκαίρι του 1944, στην ευρύτερη περιοχή Πωγωνίου- Καλαμά- Φιλιατών έχει αναπτυχθεί ένα πλήρες σύνταγμα ανταρτών (15οΣύνταγμα Πεζικού Καλαμά), με τρεις εμπειροπόλεμες μονάδες (Ι/15, ΙΙ/15, μικτό ελληνοαλβανικό τάγμα Φιλιατών- Τσαμουριάς) και μια ακόμα πιο πρόσφατα συγκροτημένη (ΙΙΙ/15). Από τον Ιούνιο του 1944 στο γειτονικό Ζαγόρι, έδρα της VI Ταξιαρχίας Πεζικού σταθμεύει το ΙΙ/27 τάγμα Κοζάνης (ανήκε στο 27 Σύνταγμα της IX Μεραρχίας Δυτικής Μακεδονίας), το οποίο αναφέρεται εδώ γιατί είχε σημαντικό ρόλο στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν.
      Το χωριό Κεράσοβο έχει μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με πολλά άλλα χωριά της επαρχίας μας. Απέχει ελάχιστα, μόλις τρία χιλιόμετρα από τον κεντρικό αμαξιτό δρόμο που συνδέει το Αργυρόκαστρο με το Καλπάκι και τα Ιωάννινα. Από το δρόμο αυτόν, τον οποίο είχαν επισκευάσει από την αρχή της Κατοχής οι Ιταλοί, περνούσαν σε μόνιμη βάση εφοδιοπομπές και φάλαγγες του Γερμανικού στρατού. Οι αντάρτες από το καλοκαίρι του 1943 (επιχειρήσεις στα πλαίσια του συμμαχικού σχεδίου Animals) διενεργούσαν δολιοφθορές και αιφνιδιαστικές επιθέσεις εναντίον εχθρικών στόχων. Αυτή ήταν η αποστολή τους αλλά και συνάμα ο κύριος τρόπος να αποκτήσουν όπλα, πολεμοφόδια και άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Παρακάτω αναφέρουμε κάποια πλήγματα για τα οποία μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε στοιχεία:   
    
  • Ενέδρα εναντίον γερμανικής φάλαγγας τριών αυτοκινήτων στη θέση Χάνι Δελβινάκι. Τα δυο πυρπολήθηκαν επιτόπου ενώ το τρίτο το έφεραν οι αντάρτες στο Κεράσοβο Πωγωνίου (Μάρτης 1944- [21]).
  • Ενέδρα εναντίον γερμανικής φάλαγγας δυο αυτοκινήτων στη θέση Χάνι Δελβινάκι. Οι αντάρτες πήραν όλο το φορτίο τους, το οποίο αποτελούνταν από όπλα, αυτόματα και πυρομαχικά (26 Απριλίου 1944- [23]).
  • Ενέδρα εναντίον γερμανικής φάλαγγας τριών οχημάτων κοντά στα Κτίσματα- Αρίνιστα Πωγωνίου. Σκοτώθηκαν τρεις Γερμανοί, δύο αιχμαλωτίστηκαν, πάρθηκαν λάφυρα (9 Μάη 1944-[8],[40],[42]).
  • Ενέδρα (πιθανώς του 6ου λόχου ΙΙ/15 τάγματος) εναντίον γερμανικής φάλαγγας σαράντα αυτοκινήτων στη θέση Χάνι Δελβινάκι και επίθεση εναντίον Γερμανικού φυλακίου. Σκοτώθηκαν δύο Γερμανοί και οχτώ αιχμαλωτίστηκαν (10 Μάη 1944-[8],[23],[40],[42]).
  • Ενέδρα εναντίον γερμανικού φορτηγού, κούρσας και μοτοσικλέτας  κοντά στα Κτίσματα (Αρίνιστα) Πωγωνίου. Σκοτώθηκαν 3 Γερμανοί, τραυματίστηκαν 2 και άλλοι 2 αιχμαλωτίστηκαν (20 Μάη 1944 [23]).
  • Στην περιοχή της Κακκαβιάς συνελήφθησαν από τους αντάρτες Αλβανοί συνεργάτες των Γερμανών (15 Ιουνίου 1944- [23]).
  • Αποτυχημένη επίθεση εναντίον πολυάριθμου γερμανικού εκστρατευτικού σώματος (1.000-2.000 άνδρες) στη θέση Χάνι Δελβινάκι, από την πλευρά του υψώματος Λέπενο (μεταξύ 3-17 Ιουλίου 1944- [21]).
  • Ενέδρα εναντίον γερμανικής φάλαγγας δώδεκα αυτοκινήτων στη θέση Χάνι Δελβινάκι από διλοχία του 5ου  και 7ου λόχου του ΙΙ/15 τάγματος ενισχυμένης με διμοιρία πολυβόλων και δυνάμεις του εφεδρικού Ε.Λ.Α.Σ. Σκοτώθηκαν επτά Γερμανοί, αιχμαλωτίστηκαν τρεις Γερμανοί, δύο Ιταλοί και σαράντα Αλβανοί μαυραγορίτες, ενώ οι αντάρτες πήραν λάφυρα τρία αυτοκίνητα με πολλά δυσεύρετα είδη. Τα υπόλοιπα εννιά πυρπολήθηκαν επιτόπου (3 Αυγούστου 1944-[7],[19],[21],[23]).
  • Μετά από τριήμερη αναμονή πραγματοποιήθηκε νυχτερινή ενέδρα εναντίον γερμανικής φάλαγγας δώδεκα στρατιωτικών αυτοκινήτων στη θέση Χάνι Δελβινάκι από το ΙΙ/27 τάγμα (στρατιωτικός αρχηγός ο έφεδρος υπολοχαγός Παντελής Καρράς από τη Θεσσαλονίκη, καπετάνιος ο Αλέκος Σακκαλής- Πετρόμπεης από την Κοζάνη, αξιωματικός πληροφοριών ο Ιωάννης Καραμπέρης από το Βλάτσι- Βλαστή Κοζάνης, ανήκε στην IX μεραρχία Δυτικής Μακεδονίας). Κάπου 9- 10 αυτοκίνητα καταστράφηκαν, μια διλοχία Γερμανών, τμήμα της φρουράς του Ελμπασάν, εξοντώθηκε, πάρθηκαν λάφυρα οπλισμός, πυρομαχικά και το αρχείο του τάγματος, ενώ αιχμαλωτίστηκε ένας Γερμανός. Από αυτόν πληροφορήθηκαν οι αντάρτες και οι σύμμαχοι τις κατευθύνσεις αποχώρησης των Γερμανών (Ιωάννινα- Κόνιτσα- Κοζάνη- Φλώρινα- Έδεσσα) από την Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία (νύχτα 3-4 Σεπτεμβρίου 1944- [24],[32], [43]).

        Αναφέρεται ακόμα ότι το καλοκαίρι του 1943 μικρά παιδιά από το Κεράσοβο έκοψαν και παρέδωσαν στους αντάρτες μέσα σε μια νύχτα αρκετά χιλιόμετρα τηλεγραφικού σύρματος, κερδίζοντας επάξια την εύφημο μνεία του διοικητή του 15ου Συντάγματος Πεζικού του Ε.Λ.Α.Σ. Επιπλέον, τα χωριά της Λάκας αποτελούσαν για μεγάλο μέρος του χρόνου έδρες μονάδων και υπομονάδων ανταρτών, παρέχοντάς τους παράλληλα τροφή και στέγη. Το Κεράσοβο χρησιμοποιήθηκε κατ’ επανάληψη σαν έδρα του 2ουλόχου του Ι/15 τάγματος, το διοικητήριο του οποίου στεγαζόταν στο σπίτι της οικογένειας Δρούμπουλα, δίπλα στην κεντρική πλατεία του χωριού (Ρούγα). Ας σημειωθεί ότι για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες τόσο των αντάρτικων τμημάτων όσο και εκείνων που κατέφευγαν στα χωριά για να γλιτώσουν από την πείνα των μεγάλων αστικών κέντρων, το 1944 δεν είχε μείνει ακαλλιέργητο κανένα χωράφι, αν και τα χωριά είναι ημιορεινά και η καλλιεργήσιμες εκτάσεις κατά τεκμήριο σπανίζουν. Τον Αύγουστο μάλιστα η συγκομιδή των σιτηρών είχε ολοκληρωθεί και ο καρπός είχε συγκεντρωθεί στα σπίτια εν όψει του χειμώνα, ενώ ένα μέρος από τη συγκομιδή του Κερασόβου είχε αποθηκευτεί στη «χτικιαρότρυπα», πιθανόν για τις ανάγκες των μάχιμων.

     Τα παραπάνω φυσικά εξόργιζαν τους κατακτητές, οι οποίοι προσπάθησαν με επιτελικά οργανωμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις (επιχειρήσεις "Horrido" και "Αίγαγρος" ή "Μονόκερος"- άνοιξη με αρχές καλοκαιριού 1944) να εισβάλλουν στη Λάκα Πωγωνίου και να καταστρέψουν τα χωριά της, ελπίζοντας πως με τον τρόπο αυτό οι αντάρτες, αν δεν εγκλωβίζονταν και εξοντώνονταν άμεσα, θα έμεναν χωρίς βάσεις ανεφοδιασμού και θα διαλύονταν. Πολλές φορές βρέθηκαν κοντά στο να το πετύχουν (π.χ. 31 Μαΐου 1944, οπότε έφτασαν στις παρυφές του Κερασόβου αλλά διώχτηκαν, αφού πρώτα πρόλαβαν και έκαψαν μόνο το σπίτι που σήμερα ανήκει στους κληρονόμους του Αθανασίου Μάνου), η οχυρή φύση της περιοχής όμως σε συνδυασμό με το θάρρος και την αποφασιστικότητα των Πωγωνήσιων πολεμιστών έσωζαν τα χωριά. Το καλοκαίρι του 1944 οι Γερμανοί είχαν καταφέρει μετά  από σκληρό αγώνα να εγκαταστήσουν μόνιμες φρουρές στο Δελβινάκι, στα Κτίσματα (Αρίνιστα), στην Πωγωνιανή (Βοστίνα) και στους Δρυμάδες.

      Την ευκαιρία όμως που δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν μόνοι τους οι κατακτητές τους την έδωσαν οι εσωτερικές αντιθέσεις μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων, οι οποίες κανονικά θα έπρεπε να συνεργάζονται εναντίον των κατακτητών. Νότια από τον ποταμό Καλαμά, στην περιοχή των Κουρεντών, στα χωριά της λεγόμενης «Ντουσκάρας», είχε την ίδια εποχή τις θέσεις του το 10οσύνταγμα της VIII Μεραρχίας των Ε.Ο.Ε.Ο.Α., υπό το λοχαγό Ευάγγελο Ζώτο. Παρά την επίμονη αναζήτηση δεν ήταν δυνατό να βρεθεί κανένα στοιχείο για την αντιστασιακή του δράση εναντίον των κατακτητών. Τονίζουμε εδώ πως υπήρξαν μονάδες των Ε.Ο.Ε.Α. που έδωσαν σημαντικές μάχες εναντίον των Γερμανοϊταλών. Το καλοκαίρι μάλιστα του 1944 παράλληλα με τα γεγονότα στο Πωγώνι η Χ Μεραρχία των Ε.Ο.Ε.Α. απελευθέρωσε τη Θεσπρωτία από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους και κυρίευσε το οχυρό της Μενίνας στις όχθες του Καλαμά μετά από σκληρές συγκρούσεις. Το 10ο σύνταγμα όμως φαίνεται πως υπήρξε μόνο εξαιτίας της γενναίας οικονομικής βοήθειας που χορηγούσαν οι Βρετανοί στα Ε.Ο.Ε.Α. και οι επιτυχίες του περιορίζονταν σε συχνές επιθέσεις εναντίον των προσκείμενων στο Ε.Α.Μ. περιοχών, μάλλον για να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες ντόπιων και ξένων συμφερόντων.

      Γύρω στις 20 του Ιούλη του 1944 οι σχέσεις Ε.Λ.ΑΣ.- Ε.Ο.ΕΑ. στον Καλαμά είναι τεταμένες και οι πρώτοι αναμένουν επίθεση από τους δεύτερους. Παράλληλα και οι Γερμανοί, στον απόηχο των μεγάλων εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του προηγούμενου μήνα στη Βόρεια Πίνδο (Steinedler), παρακολουθούν την κατάσταση και ετοιμάζονται να την εκμεταλλευτούν. Από 5- 8 Αυγούστου ισχυρές δυνάμεις των Ε.Ο.Ε.Α. παραβιάζοντας τη συμφωνία της Πλάκας επιτίθενται στην περιοχή Γραμμενοχωρίων και Καλαμά, από Μαλούνι μέχρι Σουλόπουλο. Σε βοήθεια του 15 συντάγματος του Ε.Λ.Α.Σ. στα Γραμμενοχώρια σπεύδει το ΙΙ/ 27 τάγμα Κοζάνης από την περιοχή του Ζαγορίου όπου βρισκόταν, έχοντας λάβει μέρος στον αγώνα εναντίον των Γερμανών τον προηγούμενο μήνα στην Πίνδο. Αρχικά οι Ε.Ο.Ε.Α. απωθούνται, όμως μετά τις 7-8 Αυγούστου καταφέρνουν να καταλάβουν τα χωριά Βρυσούλα (Κούτσι), Λεπτοκαρυά, Ραβενή, Λύκου, Κεραμίτσα και Μαλούνι. Οι Γερμανοί αρπάζουν την ευκαιρία. Στις 12 Αυγούστου 1944 με ισχυρές δυνάμεις και με υποστήριξη βαρέως πυροβολικού από Ζίτσα και Ροδοτόπι ξεκινούν για να εισβάλλουν στη Λάκκα του Πωγωνίου από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις: Χάνι Δελβινάκι- Κεράσοβο, Κτίσματα- Καστάνιανη- Κεράσοβο, Δεσποτικό (Κρεστουνίτσα)- Ράικο- Ιερομνήμη- Φωτεινό- Άνω Λάβδανη- Κεράσοβο.

      Στο σημείο αυτό οφείλουμε να αναφέρουμε ότι οι αντάρτες προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τον πολυάριθμο και καλύτερα οργανωμένο Γερμανικό στρατό παρά τη συντριπτική υπεροχή των τελευταίων σε έμψυχο και άψυχο υλικό και παρά την έκρυθμη κατάσταση που δημιούργησε η διαμάχη των δυο αντιστασιακών οργανώσεων. Το είχαν κάνει άλλωστε με επιτυχία τόσο την άνοιξη όσο και στις αρχές του καλοκαιριού του 1944. Στο ανέκδοτα χειρόγραφα απομνημονεύματα του ομαδάρχη και οπλοπολυβολητή του Ε.Λ.ΑΣ. Γιώργου Ανδρέου από το Πρωτόπαπα (μας το εμπιστεύτηκε για τις ανάγκες της έρευνάς μας ο συγχωριανός του, φιλόλογος- τέως Λυκειάρχης και μελετητής της ιστορίας κύριος Ευάγγελος Βεκρής), ο οποίος πήρε μέρος σε πολλές μάχες και ήταν διάσημος μεταξύ των συγχωριανών του για το παράτολμο θάρρος του, αναφέρονται τα καθέκαστα μιας συμπλοκής στα υψώματα πάνω από το χωριό Φωτεινό. Σε αυτήν η ομάδα του συγκρούστηκε με τους Γερμανούς σχεδόν εκ του συστάδην αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει γιατί τα πολυβόλα που την υποστήριζαν έπαθαν εμπλοκή, πράγμα αρκετά συνηθισμένο, αφού τα πυρομαχικά τους αποθηκεύονταν στο ύπαιθρο, μέσα στη σκόνη και στην υγρασία. Λέει μάλιστα σκότωσε έναν τουλάχιστο Γερμανό και ότι του ζητήθηκαν αργότερα ευθύνες από το διοικητή του για την καταστροφή του Κερασόβου και των άλλων χωριών, πλην όμως η σχετική έρευνα έδειξε την αθωότητά του. Μαρτυρίες που καταγράφηκαν αργότερα από το Ν. Γ. Ζιάγκο φαίνεται να επιβεβαιώνουν τη σύναψη αυτής της μάχης, ενώ αναφέρονται και άλλες συγκρούσεις, μικρότερες ή μεγαλύτερες (π.χ. στον κάμπο του Ψηλοκάστρου).

      Γεγονός είναι στις 13 Αυγούστου 1944 τα ξημερώματα γερμανικές φάλαγγες από τα Κτίσματα και το Δελβινάκι, οδηγημένες σύμφωνα με μαρτυρίες από Έλληνες προδότες, εισέβαλλαν στο Κεράσοβο. Εδώ φαίνεται πως η τύχη ήταν με το μέρος του χωριού. Εξαιτίας του καλοκαιριού αλλά και του φόβου εχθρικής εισβολής πολύς κόσμος κοιμόταν στα αλώνια, στις παρυφές του κυρίως οικισμού ενώ άλλοι βοσκούσαν τα ζώα τους στη γύρω περιοχή. Ένα μικρό κοριτσάκι, η τρίχρονη Αικατερίνη Γάτσιου ξύπνησε  και αψηφώντας τη νύχτα αναζήτησε τους γονείς της στο αλώνι. Το ξύπνημα των γονέων ήρθε μαζί με τα βήματα των Γερμανών που έμπαιναν στο χωριό. Ο πατέρας της Βασίλειος Γάτσιος, παλικάρι από τη φύση του, όρμησε στις πόρτες των χωριανών χτυπώντας και καλώντας τους να φύγουν γρήγορα για να σωθούν. Οι περισσότεροι ευτυχώς πρόλαβαν και ξεχύθηκαν στις πλαγιές των γύρω βουνών. Άλλοι κρύφτηκαν στα υπόγεια των σπιτιών τους και περίμεναν να βρουν την κατάλληλη στιγμή να ξεφύγουν. Οι Γερμανοί στρατιώτες εισέβαλλαν στα σπίτια και πραγματοποίησαν έρευνες και συλλήψεις. Όσοι συνελήφθησαν συγκεντρώθηκαν στην πλατεία, στριμωγμένοι ο ένας δίπλα στον άλλον, άφωνοι και αδύναμοι να αντιδράσουν, με ορθάνοιχτα τα μάτια και άδεια την ψυχή τους, αναμένοντας το μοιραίο. Η ανακοίνωση των Γερμανών λιτή «αν σε 48 ώρες δεν παραδοθούν οι δράστες των επιθέσεων, οι συλληφθέντες θα εκτελεστούν και το χωριό θα καεί ολοσχερώς». Παράλληλα κατάφεραν να ανακαλύψουν, άγνωστο πώς, την σπηλιά, όπου φυλάσσονταν τα σιτηρά, αλλά και κρυμμένα πυρομαχικά στις παρακείμενες καλύβες των αλωνιών, πράγμα το οποίο μεγάλωσε περισσότερο την οργή τους. 

      Τα ξημερώματα του Δεκαπενταύγουστου του 1944, ανήμερα τις γιορτής της Παναγίας, της προστάτιδας του χωριού, έληξε η προθεσμία των Γερμανών. Αδιαφορώντας για την ιερότητα της ημέρας οι βάρβαροι κατακτητές πήραν τους ομήρους και τους οδήγησαν από τον κεντρικό δρόμο του χωριού. Ο δρόμος αυτός γνώρισε τη φρίκη του πολέμου σε όλο της το μεγαλείο! Το ίδιο μέρος όπου μέχρι τότε μικρά παιδιά έπαιζαν από το πρωί ως το βράδυ έγινε οδός Εθνομαρτύρων. Κάθε πόρτα και μια ιστορία! Η πόρτα όμως της οικογένειας Κολιμάντζου έχει τη δική της τραγική ιστορία. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και το ζεύγος Κολιμάντζου. Ανηφορίζοντας και περνώντας έξω από το σπίτι τους τα δυο μικρά κοριτσάκια τους, τα οποία ήταν ως τότε κρυμμένα στην αυλή, τους αντιλήφθηκαν και έτρεξαν ξοπίσω τους. Από τις βαναυσότητες των ναζί δε γλίτωσαν ούτε και αυτά τα μικρά παιδιά! Όλους τους οδήγησαν στη σπηλιά όπου σήμερα βρίσκεται ο Σταυρός («χτικιαρότρυπα») και αφού έβαλαν φωτιά εκτέλεσαν τους ομήρους και τους πέταξαν μέσα. Λίγες ώρες νωρίτερα, σε άλλο σημείο του χωριού, σύμφωνα με διηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων, με παρέμβαση ενός Γερμανού αξιωματικού, πιθανόν μη συμπαθούντα τους ναζί, απομακρύνθηκαν κάποια μικρά παιδιά από το χωριό, γλιτώνοντας έτσι τη ζωή τους. Φαίνεται πως η σκληρότητα του πολέμου δεν μπόρεσε να εξαφανίσει ολότελα την ανθρωπιά από τους πάντες. Παράλληλα οι επιδρομείς άρχισαν να βάζουν φωτιά στα σπίτια. Σαν δαίμονες της κόλασης γύριζαν στο χωριό, σκορπώντας σαδιστικά εύφλεκτο υλικό και βάζοντας φωτιά,  με αποτέλεσμα σύντομα το όμορφο χωριό να γίνει παρανάλωμα του πυρός και να μεταβληθεί σε σωρούς από στάχτες και καπνισμένες πέτρες! Κόλαση πραγματική! Σκοτείνιασε ο ουρανός, γέμισε καπνούς και αποκαΐδια! Ενενήντα εννέα οικήματα καταστράφηκαν ολοσχερώς! Σώθηκε μόνο ένα σπίτι, το οποίο χρησιμοποιούσαν σαν στρατηγείο και έδρα του πυροβολικού τους, που τις επόμενες μέρες υποστήριζε τις επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή. Δεν κάηκε επίσης ο Ιερός Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου.

      Το λουτρό αίματος όμως δεν τελείωσε εδώ. Τις επόμενες ημέρες οι Γερμανοί σκότωσαν και άλλους κατοίκους του χωριού στη γύρω περιοχή όπου είχαν καταφύγει. Τους τελευταίους τρεις τους συνέλαβαν με δόλο στα αμπέλια του Κερασόβου πάνω από τη λίμνη της Ζαραβίνας και τους εκτέλεσαν κοντά στο Χάνι του Δελβινακίου, όπου στάθμευαν. Ο Κωνσταντίνος Πάσχος βρέθηκε σκοτωμένος στη θέση «Σέλκη», κοντά σε ένα μονοπάτι που ενώνει το Κεράσοβο με το Κρυονέρι. Λίγο παραδίπλα είχε κρυφτεί η οικογένειά του, η οποία ευτυχώς γλίτωσε. Το Βασίλη Ξεΐνη τον βρήκαν οι δικοί του μισοπεθαμένο, με τα τραύματά του κακοφορμισμένα, κοντά στο γειτονικό Περιστέρι (Μέγγουλη). Ξεψύχησε λίγο αργότερα. Αρκετοί ακόμα δεν εκτελέστηκαν αλλά πέθαναν από τις κακουχίες και από τα μικρόβια που τους μετέδωσαν τα άταφα πτώματα των συγγενών τους που αργότερα προσπάθησαν να ενταφιάσουν. Συνολικά εκείνες τις μέρες σκοτώθηκαν από τον κατακτητή ή απεβίωσαν εξαιτίας των κακουχιών κάπου 28 ΚΕΡΑΣΟΒΙΤΕΣ.

      Οι Γερμανοί παρέμειναν στη Λάκα Πωγωνίου για ακόμα πέντε ημέρες πολεμώντας τους αντάρτες και ξεθεμελιώνοντας όσους οικισμούς καταλάμβαναν. Από τα γειτονικά χωριά γλίτωσαν μόνο το Μαυρονόρος και η Αγία Μαρίνα, στα οποία ο στρατός κατοχής δεν μπόρεσε να φτάσει. Αναφέρονται αρκετοί νεκροί και τραυματίες και από τις δυο πλευρές. Οι νύχτες των κρυμμένων στην ύπαιθρο και στις σπηλιές συγχωριανών μας στοιχειώνονταν από εκρήξεις βλημάτων πυροβολικού και πυρά αυτόματων όπλων. Τελικά γύρω στις 20 Αυγούστου οι ορδές των μισητών επιδρομέων γύρισαν στις βάσεις εξόρμησής τους χωρίς να καταφέρουν ούτε να εξοντώσουν τους αντάρτες ούτε να πατήσουν τη Μουργκάνα. Δύο μήνες αργότερα εγκατέλειψαν για πάντα τα αιματοβαμμένα χώματα της Ηπείρου, με σημαντικές απώλειες σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Πίσω τους άφησαν όμως στάχτες, αίμα και δάκρυα στο ΚΕΡΑΣΟΒΟ και στα γειτονικά χωριά, που επί αιώνες γλίτωσαν από τους Τούρκους και τους Τουρκαλβανούς για να καταστραφούν από τους φασίστες.

      Τα κατορθώματα των αιμοσταγών επιδρομέων όμως δεν έμειναν ατιμώρητα. Είδαμε νωρίτερα ότι το ΙΙ/27 τάγμα Κοζάνης βρισκόταν στην περιοχή των Γραμμενοχωρίων (Γραμμένο, Βαγενήτι, Κοσμηρά κ.λπ.), κοντά στα Ιωάννινα. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του καπετάνιου του Αλέκου Σακκαλή (Πετρόμπεη) από την Κοζάνη όταν πληροφορήθηκαν για την καταστροφή της Λάκας Πωγωνίου από τους Ναζί έγινε άτυπη ανακωχή με τους αντάρτες των Ε.Ο.Ε.Α. και επέστρεψαν στο Πωγώνι. Οι δυο οργανώσεις δεν επρόκειτο να συγκρουστούν ξανά, στον Καλαμά και στο Πωγώνι τουλάχιστον ως το Δεκέμβρη του 1944. Στην Καστάνιανη οι διοικητές του ΙΙ/27 ζήτησαν από τη διοίκηση του 15ουΣυντάγματος Πεζικού να τους εμπιστευτεί την καλύτερη τοποθεσία για να στήσουν μια μεγάλη ενέδρα εναντίον των κατακτητών. Έτσι ακροβολίστηκαν στο Χάνι του Δελβινακίου (30 Αυγούστου 1944), στο δρόμο Καλπάκι- Κακκαβιά. Τρεις μέρες μετά πέρασε από εκεί εχθρική φάλαγγα δέκα αυτοκινήτων φορτωμένη στρατιώτες. Ο αιφνιδιασμός της υπήρξε απόλυτος. Περισσότεροι από 23 Γερμανοί σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και τέσσερις αξιωματικοί, καταστράφηκαν εννιά εχθρικά αυτοκίνητα και πάρθηκαν λάφυρα οπλισμός και πυρομαχικά. Συνέλαβαν και έναν αιχμάλωτο, τον οποίο λίγες ημέρες αργότερα παρέδωσαν στους Βρετανούς συνδέσμους, μαζί με το αρχείο της διαλυμένης Γερμανικής μονάδας, η οποία αποτελούσε τμήμα της φρουράς της Πρεμετής. Από εκεί πληροφορήθηκαν για την επικείμενη αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, μια και τα πράγματα για αυτούς σε Ανατολή και Δύση δεν πήγαιναν πλέον καλά, καθώς και τις προτεινόμενες οδούς διαφυγής τους από την Ήπειρο, τη Δυτική και την Κεντρική Μακεδονία.

Βιβλιογραφία

Ζιάγκου Νικόλαου, «Αγγλικός ιμπεριαλισμός και Εθνική Αντίσταση» (τόμοι Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, Ε΄), αυτοέκδοση, Αθήνα 1978- 1981
  Χαριτόπουλου Δημήτρη, «Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων.» (τόμοι Α΄, Β΄),Εξάντας