Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017

Η Καταστροφή στο Πέτα το 1822



Η Καταστροφή στο Πέτα

Νίκου Ζιάγκου: «Μάρκος Μπότσαρης»

Στις 30 Ιουνίου 1822 πολυάριθμα σώματα από Γκέκηδες και Τόσκηδες (2.000) τουρκαλβανούς ρίχτηκαν ορμητικά κατά των ελληνικών θέσεων στην Πλάκα. Οι Έλληνες τους απόκρουσαν καρτερικά επί τέσσαρες ώρες, αλλά κατέφθασαν ισχυρές ενισχύσεις από την Άρτα με τον Αχμέτ Βρυώνη. Η Τουρκική επίθεση συνεχίζετο αμείωτη επί ώρες, ώσπου τα ελληνικά σώματα άρχισαν να υποχωρούν άτακτα και επήλθε πραγματική καταστροφή. Ύστερα από την πανωλεθρία της Πλάκας μειώθηκε πλέον κάθε ελπίδα ότι ο ελληνικός Στρατός θα μπορούσε να ενωθεί με τους λίγους ηρωικούς Σουλιώτες, που εξακολουθούσαν την απεγνωσμένη άμυνα τους στην Κιάφα.

Ο τακτικός στρατός και οι φιλέλληνες είχαν ταχθεί στις δύο λοφοσειρές, ανάμεσα από τις οποίες βρίσκεται το χωρίο Πέτα. Στο κέντρο της πρώτης σειράς τοποθετήθηκε ο τακτικός στρατός με τον Ταρέλλα, ενισχυμένος με δύο κανόνια και δέκα πυροβολητές. Η διλοχία των φιλελλήνων με το Δάνια έπιασε θέσεις στο αριστερό, που ήταν και το πιθανότερο σημείο τουρκικής επίθεσης. Στο δεξιό πήραν θέση οι Επτανήσιοι με τον Σπύρο Πανά. Στα υψώματα που βρίσκονταν πίσω από το χωριό έμειναν για εφεδρεία τα άτακτα ελληνικά σώματα, με το Βαρνακιώτη στο κέντρο, τον Μπότσαρη αριστερά και δεξιά τον Γώγο με τον Βλαχόπουλο, ενώ λίγο πιο πίσω έπιασαν θέσεις ο Ίσκος, ο Γάτσος και ο Δημοτσέλιος. Όλες αυτές οι δυνάμεις των Eλλήνων δεν ξεπερνούσαν τις 2.000, με το πολυαριθμότερο μέρος τα σώματα των ατάκτων, που ήταν εφεδρεία.
Ο στρατός αυτός έμεινε ανοχύρωτος, επειδή οι φιλέλληνες και οι τακτικοί που είχαν ταχθεί στην πρώτη σειρά, θεωρούσαν ταπεινωτικό για τον ηρωισμό τους να χτίσουν ταμπούρια, όπως έκαναν τα άτακτα πολεμικά σώματα. Ο οπλαρχηγός Γώγος εις μάτην υπέδειξε και στον αρχηγό των φιλελλήνων και στον αρχηγό του τακτικού Συνταγματάρχη Ταρέλλα να οχυρωθούν. Πήρε την απάντηση: « Ξέρουμε και εμείς να πολεμάμε καπετάν Γώγο! ».

Η Τουρκική επίθεση άρχισε με κρούση στο Κομπότι. Τη νύχτα της 3ης προς 4ηΙουλίου, τουρκικός στρατός από 8.000 άνδρες βγήκε από την Άρτα με αρχηγούς τους πασάδες Μεχμέτ Ρεσίτ και Ισμαήλ Πλιάσα. Μονάδες του τουρκικού στρατού τράβηξαν προς το Κομπότι, ενώ η κύρια δύναμη κατευθύνθηκε στο Πέτα. Λίγο πριν ξημερώσει ο τουρκικός στρατός, με πρωτοπορία το ιππικό, κινείται κυκλωτικά προς τις γραμμές των φιλελλήνων. Ο αγώνας για κάθε σπιθαμή εδάφους παίρνει άγρια μορφή. Οι ντελήδες ορμούν κατά των πυροβολητών, που με κανένα τρόπο δενεγκαταλείπουν τα πυροβόλα τους. Δίπλα τους οι τακτικοί στρώνονται στο έδαφος κατακρεουργημένοι από τις σπάθες του ιππικού, τους αντικαθιστούν οι επόμενοι, που πέφτουν και αυτοί νεκροί. Οι Επτανήσιοι επίσης, συσπειρωμένοι γύρω από τους αρχηγούς τους, μπαίνουν και αυτοί στο μακάβριο χορό, προξενούν σημαντικές απώλειες στα μαινόμενα στίφη των Τουρκαλβανών, αλλά τελικά, ο ένας μετά τον άλλο στρώνονται νεκροί στο έδαφος. Οι Τούρκοι κατορθώνουν να διασπάσουν τις γραμμές των τακτικών και να διασκορπίσουν τους ηρωικούς αυτούς μαχητές. Θα σκοτώνονταν όλοι αν δεν κατέφθανε ο οπλαρχηγός Γώγος με τους άνδρες του, που κτύπησαν τους τούρκους και διευκόλυναν την διαφυγή τους. Ανάμεσα τους σοβαράτραυματισμένος και ο στρατηγός Νόρμαν.

Τραγικότερη η θέση των φιλελλήνων, που απομονώθηκαν στο Πέτα. Ο Συνταγματάρχης Δάνιας, βλέποντας ότι ο αγώνας ήταν άνισος, έδωσε εντολή για υποχώρηση προς το Κομπότι, βλέποντας όμως ότι πέφτει πάνω σε μεγάλη δύναμη Τούρκων, ξαναγυρίζει προς το Πέτα. Οι φιλέλληνες, πιεζόμενοι τώρα από όλα τα μέρη, δεν σκέφτονταν πλέον παρά πως θα πουλήσουν ακριβότερα τη ζωή τους.

Σκηνές άφθαστου ηρωισμού και δραματικού μεγαλείου ακολουθούν. Είκοσι Τόσκηδες ρίχνονται συγχρόνως κατά του Συνταγματάρχη Δάνια, τον ανατρέπουν, τον κτυπούν όλοι μαζί, και του παίρνουν το κεφάλι. Έντεκα Πολωνοί με τον αξιωματικό Μαρζέφσκι, έχοντας εξαντλήσει τα πυρομαχικά τους, ανεβαίνουν στη στέγη μιας εκκλησίας. Οι τούρκοι ανεβαίνουν στην εκκλησία, και ο αγώνας συνεχίζεται σώμα προς σώμα, με τις γροθιές και τα δόντια. Τελικά και οι δώδεκα Πολωνοί σκοτώθηκαν, αφού έστρωσαν το έδαφος γύρω τους με τουρκικά κορμιά. Ο Γάλλος λοχαγός Μονιάκ, τραυματισμένος στην κνήμη, στηρίζεται στον κορμό μιας ελιάς, όταν ολόκληρο μπουλούκι ρίχνεται εναντίον του. Θέλουν να τον παραδώσουν ζωντανό στον Πασά, υπολογίζοντας ότι θα πάρουν γερό μπαξίσι. Όμως οι φοβεροί σπαθισμοί του Μονιάκ ρίχνουν τους τούρκους γύρω του στο χώμα, με κραυγές λύσσας και πόνου. Τότε κάποιος πηγαίνει πίσω του και τον πυροβολεί από τα νώτα.
Και τότε οι τουρκαλβανοί ρίχνονται πάνω του και του παίρνουν το κεφάλι.
Τώρα οι περισσότεροι φιλέλληνες κείτονται άψυχοι στο πεδίο της μάχης. Μόνο δύο λοχαγοί, ο Γερμανός Χέλμαν και ο Βέλγος Ανναί, μ’ όλο που είναι τραυματισμένοι, κατορθώνουν με είκοσι πέντε άλλους, να ανοίξουν δρόμο με τα σπαθιά, και να προχωρήσουν προς ορεινή διάβαση που ήταν αφύλακτη. Και την τραγικότερη τύχη είχαν όσοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Φορτώθηκαν τα κεφάλια των σκοτωμένων συντρόφων τους και τα μετέφεραν στην Άρτα.

Η τύχη του ελληνικού στρατού στο Κομπότι και το Πέτα ήταν κάτι πολύσοβαρότερο από μια απλή ήττα. Τα δύο τρίτα από το σώμα των φιλελλήνων και ο αρχηγός τους, οι μισοί από τους Επτανησίους, καθώς και το τρίτο του τακτικού στρατού με το Συνταγματάρχη του έπεσαν στο πεδίο της μάχης, ενώ τα άτακτα σώματα διαλύθηκαν και σκορπίστηκαν. Έτσι η εκστρατεία της Ηπείρου κατέληξε σε ολοκληρωτική καταστροφή._


Θα συνεχίσουμε με τα γραφόμενα ως επίλογο της καταστροφής του Πέτα, από τον 2ο τόμο του Λάμπρου Κουτσονίκα.

Του μοναδικού Σουλιώτη που έγραψε την «ΓΕΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ»

Τα παθήματα της μέρας εκείνης ήταν μεγάλα, εφονεύθησαν, ο Ταρέλας, ο Δανίας, ο δε Νορμάνος και ο Πανάς επληγώθησαν, το τρίτον του τακτικού, το ήμισυ των Ιόνων, και τα δύο τρίτα των φιλελλήνων, δέκα πυροβολισταί και ο σημαιοφόρος απωλέσθησαν, οι ασθενείς εν τω χωρίω εσφάγησαν, οι Τούρκοι έγιναν κύριοι του χωρίου, επήραν τα τροφάς, τα πολεμοφόδια και την σημαίαν των φιλελλήνων καθώς και δύο κανόνια, οι δε Τούρκοι άφησαν φρουράν εις χωρίον και απήλθον εις Άρταν, οι δε Έλληνες εις την Λαγκάδα. Μετά την μάχην άπαντες απέδιδον την προδοσίαν στον Γώγον Μπακόλαν, όστις είχεν υποσχεθή να φρουρήση τον λόφον και τον άφησε και εξ αυτού απήλθε η απώλεια της μάχης, ο Γώγος ήλθε να απολογηθή, αλλ’ ακολούθως επροσκύνησε τους Τούρκους και έμεινε μέχρι τέλους μετ’ αυτών.

Τις μαρτυρίες αυτές τις έχει ο Λάμπρο Κουτσονίκας από ό,τι παρακάτω γράφει, «…τας οποίας αξιότιμοι άνδρες λεπτομερώς εξηστόρισαν, και περί των μαχών αυτών, και περί των ελαττωμάτων αυτών».
ΛΑΜΠΡΟΥ ΚΟΥΤΣΟΝΙΚΑ: ΤΟΜΟΣ 2
«ΓΕΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ»

«Μεγάλη ευθύνη για την συντριβή στο Πέτα έχει αναμφίβολα ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος που λόγω της φιλοδοξίας του και της αρχομανίας του, επέμενε να παραμείνει στην Ήπειρο». Αποφαίνονται οι ιστορικοί και οι αναλυτές της μάχης του Πέτα.

Οι Σουλιώτες χάνοντας πλέον κάθε ελπίδα για βοήθεια, συνθηκολόγησαν, πέτυχαν όμως μία ισότιμη συνθηκολόγηση, με τους Τούρκους.

Οι Τούρκοι μετά την καταστροφή στο Πέτα, κυριάρχησαν στην Ήπειρο.
Επιστολή του Μάρκο Μπότσαρη :
«Κιρ γιοργι
Ειξέρις οπού έχω καλαμπαλικι πολεί και να μού δήνις την κάθε ειμερα από τέσερες μποτίλες κρασει και μισι οκα ριζι και μενο
Αδερφόσου
Μάρκο Μποτσαρις»

(Περιοδ. ΕΣΤΙΑ (Τόμος Δ΄ αρ. 84 σελ. 510) 1822 Ιουλίου 2 Πέτα.

Πρόκειται για συνθηματικές λέξεις. Κρασί = Βαρέλια μπαρούτι, Ρύζι = καντάρι βόλια. Λένε ότι η επιστολή απευθυνόταν στο Γ. Τουρτούρη στη Ζάκυνθο.

Οι Τούρκοι , στις 3 Ιούλη πραγματοποίησαν απροσδόκητη επίθεση πάνω στους Ατωλοακαρνάνες, μα αποκρούστηκαν από αυτούς και από τους Έλληνες του Πέτα που πήγαν σε βοήθεια τους. Οι παραπάνω όμως δεν είχαν ακούσει τις υποδείξεις του Μάρκου να κατασκευάσουν ταμπούρια και άλλα οχυρώματα.

Ακόμα λάθος ήταν να μπουν στις προφυλακές οι φιλέλληνες, ενώ ο Μάρκος υπέδειξε να πάνε Έλληνες που ξέρουν τον τόπο αλλά και να μάχονται τον εχθρό και εκείνοι να αποσυρθούν σε άλλες θέσεις.

Στις 4 Ιούλη οι Έλληνες δέχτηκαν ξαφνική επίθεση από 9.000 Τούρκους, με συνεχείς επιθέσεις κατάφεραν το επιδιωκόμενο. Να σπάσουν δηλ. την άμυνα των φιλελλήνων και να περικυκλώσουν τους Έλληνες. Μάταια φώναζε ο Μάρκος να εκτελούνται επί τόπου οι κιοτήδες. Οι τούρκοι ανέβηκαν στο ύψωμα Ματεπού το οποίο κρατούσε ο Γώγος Μπακόλας κι έστησαν την σημαία τους. Έφυγαν όλοι για να γλυτώσουν τον χαλασμό.

Πάνω στους φιλέλληνες έπεσαν με ορμή οι Τούρκοι για να πάρουν μπαξίσι από τον σερασκέρι. Πολέμησαν γεναία και έπεσαν για την Ελλάδακαι την Ήπειρο που έχει χρέος να τους δοξάσει ιδιαίτερα.

Δώδεκα Πολωνοί με τον Μαρζιεύσκυ άνοιξαν τον κλοιό των Τούρκων και ταμπορώθηκαν στην εκκλησία. Εκείνοι χωρίς να σκεφτούν πόσοι θα πέσουν ή θα σκοτωθούν από την στέγη της εκκλησίας ανέβαιναν και έτσι ολοκληρώθηκε η σφαγή των Πολωνών.