Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Tο κάψιμο της Πλεσίβιτσας 14/9/43



Tο κάψιμο της Πλεσίβιτσας 14/9/43

ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΠΛΕΣΙΒΙΤΣΗΣ ΑΠΟ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΥΛΣΟΥΜΑΝΟΤΣΑΜΗΔΕΣ

Ξημέρωσε η Δεκάτη Τετάρτη Σεπτεμβρίου 1943.
Μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης η ύψωση του Σταυρού. Στις 7 η ώρα το πρωί σήμαναν οι δυο καμπάνες και ξεκίνησε ο Όρθρος.
Από νωρίς άρχισε να συρρέει κόσμος να εκκλησιαστεί. Οι σκοποί στις δυο σκοπιές του
χωριού Κιάφα και Κουλούρι, φύλαγαν άγρυπνα και περίμεναν την αλλαγή όπως κι έγινε.
Ήταν ησυχία παντού. Κατά τις οκτώ η ώρα οι νέοι σκοποί που ήταν ο Ηλίας Δημ. Διαμάντης
κι άλλος ένας, διέκριναν με τα κιάλια στο Πουσί της Βάναρης, να ανεβαίνουν από τη Βάναρη
άνδρες οπλισμένοι και να συγκεντρώνονται σ’ ένα σημείο. Εν συνεχεία μια ομάδα πέντε
ανδρών ανηφόρισαν δεξιά το δρόμου, παρακάμπτοντας προς Αϊλιά, προφανώς με
κατεύθυνση από το Σκέμπι του Χατζή, προς το Μάτσιακα και Κιάφα, ανιχνευτές. Εν τω
μεταξύ, στο Πουσί η συγκέντρωση γέμισε μεγάλο χώρο και δε χωρούσε αμφιβολία ότι
επίκειται μεγάλη γερμανική επίθεση κατά της Πλεσιβίτσης. Βέβαιοι πλέον οι σκοποί έτρεξαν
προς το χωριό και από την Επάνω Σκάλα στα ριζά του Αϊλιά, άρχισαν να φωνάζουν:
«Χωριανοί έρχονται πολλοί Γερμανοί στο χωριό» και το επαναλάμβανε πολλές φορές κι
ακούστηκε καθαρά στην πρωινή ησυχία.
Το άκουσμα του τρομερού νέου τρομοκράτησε τους χωριανούς έχοντας υπ’ όψιν των, την
προ δεκαημέρου πυρπόληση της Σαγιάδος και σε διάστημα λιγότερο της ώρας, είχε αδειάσει
το χωριό, από άνδρες νέους και μεγάλους και τις περισσότερες γυναίκες και παιδιά
παίρνοντας μαζί τους ότι πρόχειρο φαγώσιμο είχαν. Άλλοι φύγανε χαράδρα-χαράδρα για
Φατήρι-Παλαμπά και στα Πιάδια, άλλοι στις χαράδρες του Τσιάβου από την Ελιά του
Ντακούκη, άλλοι στη χαράδρα της Αγίας Μαρίνας, άλλοι στο Μισοπλάι και Χράμπο, μακριά
από το χωριό. Οι άνδρες και οι γυναίκες που ήταν στην εκκλησία έφυγαν με τα καλά τους
ρούχα που φορούσαν. Ο Παπα-Βαγγέλης, σεβάσμιος Ιερέας, συνέχισε και τελείωσε την
λειτουργία κανονικά, βέβαια με πολύ μικρό εκκλησίασμα, που γονατιστοί, προσευχόταν για
την σωτηρία του χωριού.
Ο Γερμανικός της επιχείρησης αυτής στρατός, κατά τους μετριότατους υπολογισμούς εκ
των υστέρων και από πληροφορίες, ήταν 300 άνδρες, μετά των αξιωματικών και
υπαξιωματικών. Την πλειοψηφία την είχαν οι Μουλσουμανοτσάμηδες Μπαλίστες οπλοφόροι,
που ήταν 500, με αρχηγό τον Ρετζέπ Ντίνο, εντολοδόχο και συγγενή των Μαζάρ και Νουρή
Ντίνο. Οι πέντε ανιχνευτές, ανέβηκαν στο Μάτσιακα, Κιάφα και Μάλο και διεπίστωσαν ότι
δεν υπήρχε αντίσταση. Έριξαν συνθηματική φωτοβολίδα και ξεκίνησαν οι φάλαγγες
Γερμανών και Μπαλιστών και έφθασαν στα προαναφερόμενα υψώματα Μάτσιακα, Κιάφα
και Μάλο. Έπιασαν θέσεις, έστησαν τα πολυβόλα και τους όλμους τους. Στις 9:30 άρχισαν να
πυροβολούν κατά ορισμένων σημείων του χωριού και κατά των υψωμάτων, αδιακόπτως έως
τις ένδεκα. Όσοι βρίσκονταν ακόμη ακάλυπτοι στους λόφους, ανηφορίζοντας, έτρεξαν
γρήγορα στις πρώτες χαράδρες.
Οι αργοπορημένοι χωριανοί, που πήγαιναν προς Φατήρι, Παλαμπά, Κατσιέλα και
Πιάδια, δέχθηκαν επίθεση όλμων, που χτυπούσαν από τις 10 πρωινής, όπως και τ’ άλλα
υψώματα. Το ευτύχημα ήταν ότι οι σφαίρες τους και τα βλήματα των όλμων, δεν έβρισκαν
τον στόχο, εκτός δυο θλιβερών συμβάντων. Ως εκ θαύματος γλίτωσε ο ένας Ιερέας του
χωριού φεύγοντας προς Φατήρι στην θέση Κατσιέλα, που έπεσαν διαδοχικά δυο οβίδες δίπλα
του και δεν εκπυρσοκρότησαν. Ήταν ο Ιερέας Σπυρίδων Ματσακώρης που φορούσε σταυρό
με τίμιο ξύλο. Το ίδιο αντιμετώπισε και η οικογένεια Ευάγγελου Χρ. Λάμπρου, που έπεσαν
οβίδες και εκπυρσοκρότησαν, όμως ήταν σε κάποια απόσταση και γλίτωσαν, όπως και τόσοι
άλλοι, στην ίδια διαδρομή και που λόγω μακρύτερης αποστάσεως ήταν ακόμη στο δρόμο.
Όσοι έκαναν την διαδρομή αυτή, εκ της περιπέτειας που έζησαν, στο χωριό γύρισαν μετά από
μερικές μέρες. Οι εναπομείναντες χωριανοί στο χωριό, κλείστηκαν στα σπίτια τους και σε
σπίτια συγγενών, να προφυλαχθούν από τα πυρρά (απόσπασμα βιβλιου Ι. Πεγκα)