Τρίτη, 15 Ιανουαρίου 2019
Με ψήφο συνταγματικής εκτροπής και χουντικές μεθοδεύσεις οδεύουμε προς εθνικό ακρωτηριασμό.
Του Δημητρη Καζακη
Με νέα συνταγματική εκτροπή ο Τσίπρας επιχειρεί να κατοχυρώσει το ρόλο του ως κυβέρνηση μειοψηφίας στην υπηρεσία ξένων συμφερόντων. Την ίδια ώρα υιοθετούνται μεθοδεύσεις χούντας για να υπουργοποιηθεί ο εν ενεργεία Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Αποστολάκης. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά η δοτή πλέον κυβέρνηση δεν διστάζει να προκαλέσει διεθνή εμπλοκή με τη Ρωσία.
Κι αυτό οφείλουμε να σημειώσουμε διότι τα παλιότερα εν ισχύ Συντάγματα της Ελλάδας αρκούνταν να ορίζουν τη δεδηλωμένη μόνο ως «η κυβέρνησις πρέπει να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής» (άρθρο 78 του Συντάγματος του 1952). Με τον τρόπο αυτό άνοιγε ο δρόμος να σχηματιστούν κυβερνήσεις μειοψηφίας, οι οποίες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την αποδοχή της πλειοψηφίας της βουλής μέσα από μεταπηδήσεις, ή διαφοροποιήσεις βουλευτών άλλων κομμάτων.
Θεσμοθετείται ξανά η αποστασία
Πρόκειται για το θεσμό της αποστασίας, ο οποίος έτσι αποκτούσε συνταγματική υπόσταση, προκειμένου η εξαγορά των βουλευτών για την στήριξη κυβερνήσεων μειοψηφίας εναντίον της λαϊκής βούλησης, συνιστούσε πλέον καθεστώς. Η πρακτική αυτή της αποστασίας έφτασε στο απόγειό της μετά τα Ιουλιανά του 1965, όπου κυβερνήσεις μειοψηφίας με στήριξη αποστατών άνοιξε τον δρόμο στην επτάχρονη χούντα.
Με γνώμονα τον δραστικό περιορισμό της αποστασίας και της εξαγοράς των βουλευτών με σκοπό την ανοιχτή κοινοβουλευτική εκτροπή της λαϊκής ψήφου, εισήχθη αφενός για πρώτη φορά το άρθρο 29, το οποίο εισάγει στο δημοκρατικό πολίτευμα τον θεσμικό ρόλο του πολιτικού κόμματος και της κατοχύρωσής του έναντι οιασδήποτε παρέμβασης ή αστυνόμευσης της εξουσίας. Κι αφετέρου η συγκεκριμένη διαδικασία της δεδηλωμένης, ή οποία προβλέπει την ανάδειξη κυβέρνησης είτε με όρους κομματικής αυτοδυναμίας, είτε με όρους κομματικής συνεργασίας.
Τι κάνει λοιπόν ο κ. Τσίπρας με την ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή; Επιχειρεί να αναβιώσει παρά και ενάντια στο Σύνταγμα το καθεστώς και την πρακτική της αποστασίας. Να ανατρέψει την αρχή της δεδηλωμένης και να καθιερώσει την ολιγαρχική πρακτική των κυβερνήσεων μειοψηφίας, οι οποίες αναζητούν στήριξη από αποστάτες και εξαγορασμένους βουλευτές.
Πώς αλλιώς θα πορευθεί η κατεχόμενη Ελλάδα στα πολύ χειρότερα; Πώς αλλιώς μπορεί να οδηγηθεί σε εθνικό ακρωτηριασμό μέσω του Υπερταμείου και των συμφωνιών τύπου Πρεσπών; Πώς αλλιώς θα βρεθούν τα καθάρματα και οι παλιάνθρωποι που χωρίς ίχνος συνείδησης και προσωπικής αξιοπρέπειας θα στηρίζουν το καθεστώς κατοχής και εκποίησης εντός ενός παντελώς εικονικού κοινοβουλίου;
Και βέβαια μια κυβέρνηση μειοψηφίας που θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να σφετερίζεται τόσο κατάφωρα την εντολή που έλαβε με βάση τις εκλογές και το σύνταγμα, επειδή – άκουσον, άκουσον! – θέλει να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της, δεν μπορεί παρά να μετέρχεται χουντικές μεθόδους διακυβέρνησης.
Για πρώτη φορά μετά τη χούντα
Τι άλλο εκτός από χουντική μεθόδευση είναι η υπουργοποίηση εν ενεργεία αρχηγού ΓΕΕΘΑ; Πότε ξανάγινε κάτι τέτοιο μετά τη χούντα; Ποιος εν ενεργεία ανώτατος αξιωματικός των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων θα αποδεχόταν κάτι τέτοιο, ιδίως μετά το στίγμα του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών το 1967; Μόνο ένας ασυνείδητος. Μόνο ένας νοσταλγός της χούντας. Μόνο όποιος διατελεί εν διατεταγμένη υπηρεσία ξένων συμφερόντων. Κι ο κ. Αποστολάκης έχει αποδείξει τόσο την παροιμιώδη ανικανότητά του ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ, όσο και την πίστη του όχι στην πατρίδα και το σύνταγμα αλλά στις εντολές που λαμβάνει έξωθεν και άνωθεν.
Φανταστείτε μόνο τι εγκυμονεί το καθεστώς κατοχής σε βάρος της πατρίδας και της ακεραιότητάς της που χρειάστηκε να αναδειχθεί ο κ. Αποστολάκης στο υπουργείο άμυνας με μεθοδεύσεις που έρχονται από την χούντα. Αν η κίνηση αυτή δεν είναι πρόσκληση σε οιονδήποτε επιβουλεύεται την ακεραιότητα της εθνικής μας επικράτειας με την επιβολή στρατιωτικοπολιτικών τετελεσμένων σε βάρος της Ελλάδας, τότε τι είναι;
Η πιθανότητα εμπλοκής της Ελλάδας σε στρατιωτικοπολιτικές περιπέτειες στο αμέσως επόμενο διάστημα, ενισχύεται και από το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέλεξε να ανοίξει μέτωπο και με την Ρωσία. Αφορμή υπήρξε η ανακοίνωση του υπουργείου εξωτερικών της Ρωσίας με αφορμή την απόφαση αναθεώρησης του Συντάγματος των Σκοπίων από την βουλή της εν λόγω χώρας.
Η παρέμβαση της Ρωσίας
Η απόφαση του κοινοβουλίου της πΓΔΜ, η οποία ψήφισε υπέρ της μετονομασίας της χώρας, επιβλήθηκε από το εξωτερικό και δεν αντικατοπτρίζει τη βούληση του λαού, ανέφερε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών τη Δευτέρα. Η Μόσχα θεωρεί την κίνηση ως μέρος μιας συνεχιζόμενης διαδικασίας «εξαναγκασμού των Σκοπίων για ένταξη στο ΝΑΤΟ». Σύμφωνα με το υπουργείο η άποψη της πλειοψηφίας του πληθυσμού της τόσο σε Σκόπια, όσο και Ελλάδα, που απορρίπτει την ονομασία, αγνοούνται. Το υπουργείο ανέφερε επίσης την αντίθεσή του στη συμφωνία με την Ελλάδα και επανέλαβε το αίτημα της Ρωσίας να βρεθεί μια σταθερή λύση χωρίς εξωτερικές πιέσεις και επιβολή όρων και προϋποθέσεων, με βάση μια ευρεία λαϊκή στήριξη και μέσα στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Το θέμα αυτό πρέπει να εξεταστεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ανέφερε το υπουργείο.
Η θέση αυτή θορύβησε την κυβέρνηση Τσίπρα η οποία ανέλαβε να απαντήσει με εξαιρετικά προκλητικό τρόπο απέναντι στις καθόλα βάσιμες αιτιάσεις της Ρωσίας. Η ανακοίνωση-απάντηση του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών βρίθει υποκρισίας και ψεύδους. Χωρίς ίχνος ντροπής το ΥΠΕΞ της Ελλάδας ισχυρίζεται ότι η συμφωνία των Πρεσπών «συμβάλλει ήδη από την υπογραφή της στην εδραίωση της σταθερότητας και της ειρήνης στα Βαλκάνια». Και μάλιστα αποτελεί «ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο επίλυσης διαφορών μεταξύ δυο ανεξάρτητων κυρίαρχων κρατών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ χωρίς παρεμβάσεις τρίτων».
Το διαβάσατε; Η πρωτόγνωρη αυτή διαδικασία που καταπατά κάθε έννοια και πρακτική διεθνούς δικαίου, αλλά και της συνταγματικά έννομης τάξης των δυο χωρών, συνιστά «διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο επίλυσης διαφορών» και μάλιστα «χωρίς παρεμβάσεις τρίτων»! Τι να πει κανείς; Ότι και να πει θα είναι λίγο για την αμετροέπεια και την αθλιότητα των εμπνευστών και των συντακτών της συγκεκριμένης ανακοίνωσης.
Και σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, η ανακοίνωση προβαίνει σε μια ακόμη μεγαλύτερη αθλιότητα. Κατηγορεί τη Ρωσία για παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. «Η επίκληση πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό φίλων χωρών από το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν συνάδει με το επίπεδο που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας και τους διαχρονικούς δεσμούς φιλίας μεταξύ των λαών μας. Παράλληλα, τροφοδοτεί έναν εύλογο προβληματισμό καθώς παραβλέπει την συντεταγμένη και αποτελεσματική δημοκρατική λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα, το Σύνταγμα της οποίας έχει σαφείς πρόνοιες για την αντιμετώπιση κάθε πιθανού ενδεχόμενου στην εσωτερική πολιτική τάξη, η οποία ασφαλώς και δεν αποτελεί πεδίο πρόσφορο για σχόλια από τη πλευρά τρίτων.»
Δεν θα μείνουμε στο γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει μάλλον επιλεκτική ευαισθησία ως προς την επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας. Όταν πρόκειται για τις δηλώσεις Μέρκελ που εκθειάζει ξεδιάντροπα τον Τσίπρα για την συμφωνία των Σκοπίων, κατσαδιάζει όποιον έχει διαφορετική άποψη και επιτάσσει την ταχύτατη επικύρωσή της, ακόμη και με παραβίαση του συντάγματος, τότε κατά την κυβέρνηση δεν υπάρχει επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας.
Κι είναι απολύτως λογικό. Διότι στην Μέρκελ αναγνωρίζει η κυβέρνηση τον ρόλο του επικυρίαρχου κι επομένως δεν υφίσταται θέμα επέμβασης στα εσωτερικά της χώρας.
Η ανακοίνωση της Ρωσίας δεν συνιστά επέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας, ούτε των Σκοπίων. Η διαδικασία από την οποία προέκυψε η συμφωνία των Πρεσπών έχει τεθεί υπό την επιτήρηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Ρωσία είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και έχει κάθε δικαίωμα να ανησυχεί για μια διαδικασία που ενέχει κινδύνους και απειλές για ειρήνη και την ασφάλεια των Βαλκανίων. Κι ο βασικός λόγος που ενέχει τέτοιους κινδύνους η συγκεκριμένη συμφωνία – κατά τη Ρωσία – είναι αφενός η απαξίωση της πλειοψηφίας του πληθυσμού στις δυο χώρες και αφετέρου την απροκάλυπτη επέμβαση από ξένες δυνάμεις προκειμένου να ενισχυθεί η θέση και η παρουσία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια.
Έχει άδικο η Ρωσία να ανησυχεί; Κάθε άλλο. Ειδικά από την στιγμή που η κυβέρνηση Τσίπρα μετέρχεται χουντικές μεθοδεύσεις προκειμένου να λειτουργήσει ως παράγοντας γενικευμένης αποσταθεροποίησης της περιοχής υπέρ του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.
Με ψήφο συνταγματικής εκτροπής και χουντικές μεθοδεύσεις οδεύουμε προς εθνικό ακρωτηριασμό.
Του Δημητρη Καζακη
Με νέα συνταγματική εκτροπή ο Τσίπρας επιχειρεί να κατοχυρώσει το ρόλο του ως κυβέρνηση μειοψηφίας στην υπηρεσία ξένων συμφερόντων. Την ίδια ώρα υιοθετούνται μεθοδεύσεις χούντας για να υπουργοποιηθεί ο εν ενεργεία Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Αποστολάκης. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά η δοτή πλέον κυβέρνηση δεν διστάζει να προκαλέσει διεθνή εμπλοκή με τη Ρωσία.
Κι αυτό οφείλουμε να σημειώσουμε διότι τα παλιότερα εν ισχύ Συντάγματα της Ελλάδας αρκούνταν να ορίζουν τη δεδηλωμένη μόνο ως «η κυβέρνησις πρέπει να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής» (άρθρο 78 του Συντάγματος του 1952). Με τον τρόπο αυτό άνοιγε ο δρόμος να σχηματιστούν κυβερνήσεις μειοψηφίας, οι οποίες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την αποδοχή της πλειοψηφίας της βουλής μέσα από μεταπηδήσεις, ή διαφοροποιήσεις βουλευτών άλλων κομμάτων.
Θεσμοθετείται ξανά η αποστασία
Πρόκειται για το θεσμό της αποστασίας, ο οποίος έτσι αποκτούσε συνταγματική υπόσταση, προκειμένου η εξαγορά των βουλευτών για την στήριξη κυβερνήσεων μειοψηφίας εναντίον της λαϊκής βούλησης, συνιστούσε πλέον καθεστώς. Η πρακτική αυτή της αποστασίας έφτασε στο απόγειό της μετά τα Ιουλιανά του 1965, όπου κυβερνήσεις μειοψηφίας με στήριξη αποστατών άνοιξε τον δρόμο στην επτάχρονη χούντα.
Με γνώμονα τον δραστικό περιορισμό της αποστασίας και της εξαγοράς των βουλευτών με σκοπό την ανοιχτή κοινοβουλευτική εκτροπή της λαϊκής ψήφου, εισήχθη αφενός για πρώτη φορά το άρθρο 29, το οποίο εισάγει στο δημοκρατικό πολίτευμα τον θεσμικό ρόλο του πολιτικού κόμματος και της κατοχύρωσής του έναντι οιασδήποτε παρέμβασης ή αστυνόμευσης της εξουσίας. Κι αφετέρου η συγκεκριμένη διαδικασία της δεδηλωμένης, ή οποία προβλέπει την ανάδειξη κυβέρνησης είτε με όρους κομματικής αυτοδυναμίας, είτε με όρους κομματικής συνεργασίας.
Τι κάνει λοιπόν ο κ. Τσίπρας με την ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή; Επιχειρεί να αναβιώσει παρά και ενάντια στο Σύνταγμα το καθεστώς και την πρακτική της αποστασίας. Να ανατρέψει την αρχή της δεδηλωμένης και να καθιερώσει την ολιγαρχική πρακτική των κυβερνήσεων μειοψηφίας, οι οποίες αναζητούν στήριξη από αποστάτες και εξαγορασμένους βουλευτές.
Πώς αλλιώς θα πορευθεί η κατεχόμενη Ελλάδα στα πολύ χειρότερα; Πώς αλλιώς μπορεί να οδηγηθεί σε εθνικό ακρωτηριασμό μέσω του Υπερταμείου και των συμφωνιών τύπου Πρεσπών; Πώς αλλιώς θα βρεθούν τα καθάρματα και οι παλιάνθρωποι που χωρίς ίχνος συνείδησης και προσωπικής αξιοπρέπειας θα στηρίζουν το καθεστώς κατοχής και εκποίησης εντός ενός παντελώς εικονικού κοινοβουλίου;
Και βέβαια μια κυβέρνηση μειοψηφίας που θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να σφετερίζεται τόσο κατάφωρα την εντολή που έλαβε με βάση τις εκλογές και το σύνταγμα, επειδή – άκουσον, άκουσον! – θέλει να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της, δεν μπορεί παρά να μετέρχεται χουντικές μεθόδους διακυβέρνησης.
Για πρώτη φορά μετά τη χούντα
Τι άλλο εκτός από χουντική μεθόδευση είναι η υπουργοποίηση εν ενεργεία αρχηγού ΓΕΕΘΑ; Πότε ξανάγινε κάτι τέτοιο μετά τη χούντα; Ποιος εν ενεργεία ανώτατος αξιωματικός των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων θα αποδεχόταν κάτι τέτοιο, ιδίως μετά το στίγμα του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών το 1967; Μόνο ένας ασυνείδητος. Μόνο ένας νοσταλγός της χούντας. Μόνο όποιος διατελεί εν διατεταγμένη υπηρεσία ξένων συμφερόντων. Κι ο κ. Αποστολάκης έχει αποδείξει τόσο την παροιμιώδη ανικανότητά του ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ, όσο και την πίστη του όχι στην πατρίδα και το σύνταγμα αλλά στις εντολές που λαμβάνει έξωθεν και άνωθεν.
Φανταστείτε μόνο τι εγκυμονεί το καθεστώς κατοχής σε βάρος της πατρίδας και της ακεραιότητάς της που χρειάστηκε να αναδειχθεί ο κ. Αποστολάκης στο υπουργείο άμυνας με μεθοδεύσεις που έρχονται από την χούντα. Αν η κίνηση αυτή δεν είναι πρόσκληση σε οιονδήποτε επιβουλεύεται την ακεραιότητα της εθνικής μας επικράτειας με την επιβολή στρατιωτικοπολιτικών τετελεσμένων σε βάρος της Ελλάδας, τότε τι είναι;
Η πιθανότητα εμπλοκής της Ελλάδας σε στρατιωτικοπολιτικές περιπέτειες στο αμέσως επόμενο διάστημα, ενισχύεται και από το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέλεξε να ανοίξει μέτωπο και με την Ρωσία. Αφορμή υπήρξε η ανακοίνωση του υπουργείου εξωτερικών της Ρωσίας με αφορμή την απόφαση αναθεώρησης του Συντάγματος των Σκοπίων από την βουλή της εν λόγω χώρας.
Η παρέμβαση της Ρωσίας
Η απόφαση του κοινοβουλίου της πΓΔΜ, η οποία ψήφισε υπέρ της μετονομασίας της χώρας, επιβλήθηκε από το εξωτερικό και δεν αντικατοπτρίζει τη βούληση του λαού, ανέφερε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών τη Δευτέρα. Η Μόσχα θεωρεί την κίνηση ως μέρος μιας συνεχιζόμενης διαδικασίας «εξαναγκασμού των Σκοπίων για ένταξη στο ΝΑΤΟ». Σύμφωνα με το υπουργείο η άποψη της πλειοψηφίας του πληθυσμού της τόσο σε Σκόπια, όσο και Ελλάδα, που απορρίπτει την ονομασία, αγνοούνται. Το υπουργείο ανέφερε επίσης την αντίθεσή του στη συμφωνία με την Ελλάδα και επανέλαβε το αίτημα της Ρωσίας να βρεθεί μια σταθερή λύση χωρίς εξωτερικές πιέσεις και επιβολή όρων και προϋποθέσεων, με βάση μια ευρεία λαϊκή στήριξη και μέσα στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Το θέμα αυτό πρέπει να εξεταστεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ανέφερε το υπουργείο.
Η θέση αυτή θορύβησε την κυβέρνηση Τσίπρα η οποία ανέλαβε να απαντήσει με εξαιρετικά προκλητικό τρόπο απέναντι στις καθόλα βάσιμες αιτιάσεις της Ρωσίας. Η ανακοίνωση-απάντηση του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών βρίθει υποκρισίας και ψεύδους. Χωρίς ίχνος ντροπής το ΥΠΕΞ της Ελλάδας ισχυρίζεται ότι η συμφωνία των Πρεσπών «συμβάλλει ήδη από την υπογραφή της στην εδραίωση της σταθερότητας και της ειρήνης στα Βαλκάνια». Και μάλιστα αποτελεί «ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο επίλυσης διαφορών μεταξύ δυο ανεξάρτητων κυρίαρχων κρατών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ χωρίς παρεμβάσεις τρίτων».
Το διαβάσατε; Η πρωτόγνωρη αυτή διαδικασία που καταπατά κάθε έννοια και πρακτική διεθνούς δικαίου, αλλά και της συνταγματικά έννομης τάξης των δυο χωρών, συνιστά «διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο επίλυσης διαφορών» και μάλιστα «χωρίς παρεμβάσεις τρίτων»! Τι να πει κανείς; Ότι και να πει θα είναι λίγο για την αμετροέπεια και την αθλιότητα των εμπνευστών και των συντακτών της συγκεκριμένης ανακοίνωσης.
Και σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, η ανακοίνωση προβαίνει σε μια ακόμη μεγαλύτερη αθλιότητα. Κατηγορεί τη Ρωσία για παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. «Η επίκληση πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό φίλων χωρών από το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν συνάδει με το επίπεδο που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας και τους διαχρονικούς δεσμούς φιλίας μεταξύ των λαών μας. Παράλληλα, τροφοδοτεί έναν εύλογο προβληματισμό καθώς παραβλέπει την συντεταγμένη και αποτελεσματική δημοκρατική λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα, το Σύνταγμα της οποίας έχει σαφείς πρόνοιες για την αντιμετώπιση κάθε πιθανού ενδεχόμενου στην εσωτερική πολιτική τάξη, η οποία ασφαλώς και δεν αποτελεί πεδίο πρόσφορο για σχόλια από τη πλευρά τρίτων.»
Δεν θα μείνουμε στο γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει μάλλον επιλεκτική ευαισθησία ως προς την επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας. Όταν πρόκειται για τις δηλώσεις Μέρκελ που εκθειάζει ξεδιάντροπα τον Τσίπρα για την συμφωνία των Σκοπίων, κατσαδιάζει όποιον έχει διαφορετική άποψη και επιτάσσει την ταχύτατη επικύρωσή της, ακόμη και με παραβίαση του συντάγματος, τότε κατά την κυβέρνηση δεν υπάρχει επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας.
Κι είναι απολύτως λογικό. Διότι στην Μέρκελ αναγνωρίζει η κυβέρνηση τον ρόλο του επικυρίαρχου κι επομένως δεν υφίσταται θέμα επέμβασης στα εσωτερικά της χώρας.
Η ανακοίνωση της Ρωσίας δεν συνιστά επέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας, ούτε των Σκοπίων. Η διαδικασία από την οποία προέκυψε η συμφωνία των Πρεσπών έχει τεθεί υπό την επιτήρηση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Ρωσία είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και έχει κάθε δικαίωμα να ανησυχεί για μια διαδικασία που ενέχει κινδύνους και απειλές για ειρήνη και την ασφάλεια των Βαλκανίων. Κι ο βασικός λόγος που ενέχει τέτοιους κινδύνους η συγκεκριμένη συμφωνία – κατά τη Ρωσία – είναι αφενός η απαξίωση της πλειοψηφίας του πληθυσμού στις δυο χώρες και αφετέρου την απροκάλυπτη επέμβαση από ξένες δυνάμεις προκειμένου να ενισχυθεί η θέση και η παρουσία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια.
Έχει άδικο η Ρωσία να ανησυχεί; Κάθε άλλο. Ειδικά από την στιγμή που η κυβέρνηση Τσίπρα μετέρχεται χουντικές μεθοδεύσεις προκειμένου να λειτουργήσει ως παράγοντας γενικευμένης αποσταθεροποίησης της περιοχής υπέρ του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.